- Πηδασεες
- Πηδασέεςοἱ педасцы, жители города Πήδασος Her.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Πηδασέες — Πηδασεύς masc nom/voc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεσόγειος — α, ο, θηλ. και ος και μεσόγαιος, α, ο (Α μεσόγειος, ον, θηλ. και μεσόγεια, μεσόγαιος, ον, θηλ. και μεσόγαια, και μεσαίγεως, ων, Α αττ. τ. μεσόγεως, ων, επικ. τ. μεσσόγεως, ων) 1. αυτός που βρίσκεται στην ξηρά, μακριά από τη θάλασσα, χερσαίος,… … Dictionary of Greek